




Η όπερα στον 20ο αιώνα
Γουργολίτσα Αποστολία, μαθήτρια της Α΄ Λυκείου
Ορισμός της Όπερας
Η όπερα είναι μουσικό θεατρικό είδος που αποτελεί κοσμική σύνθεση με σκηνική δράση. Ο γενικός όρος όπερα προέρχεται από την ιταλική έκφραση «opera in musica»=έργο με μουσική. Η σοβαρότητα του μουσικού περιεχομένου της όπερας το καθιστά διαφορετικό από την οπερέτα, την μουσική κωμωδία και άλλες μορφές του μουσικού θεάτρου. Οι διάλογοι των ηθοποιών της όπερας αποδίδονται με τη μορφή τραγουδιού, ενώ η θεατρική παράσταση εκτυλίσσεται παρουσία ενός μουσικού συνόλου που μπορεί να είναι μια πλήρης συμφωνική ορχήστρα ή και μικρότερης κλίμακας.
Σχετικά με την προέλευση και την προϊστορία της όπερας δεν υφίσταται σύμπτωση απόψεων μεταξύ των μουσικολόγων. Γενικότερα, πάντως, παραδεχτή είναι σήμερα η άποψη που βρίσκεται στο Harvard Dictionary of Music εκφραζόμενη από τον Γουίλλι Άπελ και αυτή είναι: «οι άμεσοι πρόγονοι της όπερας πρέπει να αναζητηθούν εις τους διαφόρους τύπους λαϊκού δραματικού θεάματος μετά μουσικής συνοδείας, όπερ ενεφανίσθη κατά τον 16ο αιώνα».
Πάντως, ως είδος, θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα μουσικά επιτεύγματα του Δυτικού πολιτισμού και παραμένει ένα από τα πιο δημοφιλή μουσικά είδη.
Ο όρος όπερα είναι ο πληθυντικός του λατινικού opus που σημαίνει το έργο, δηλώνοντας έτσι την ενσωμάτωση στην όπερα πολλών καλλιτεχνικών ειδών, όπως η μουσική, το θέατρο, ο χορός και η σκηνογραφία. Αποδίδεται συχνά στα ελληνικά και ως «μελόδραμα», αν και ο όρος αυτός είναι ευρύτερος. Όπερα ονομάζεται επίσης το θέατρο που φιλοξενεί τις παραστάσεις. Προς το τέλος του 16ου και τις αρχές του 17ου αιώνα εμφανίζονται στην Ιταλία οι μορφές στις οποίες στηρίχτηκε όλη η σύγχρονη μουσική: η όπερα, το ορατόριο και η μελωδία με συνοδεία.
α. Πλοκή της όπερας
Η ποίηση της όπερας ή οι διάλογοι που αναδεικνύουν την πλοκή, αποτελεί το αποκαλούμενο λιμπρέτο (Libretto), το οποίο ανάλογα με το είδος της όπερας μπορεί να είναι σοβαρό ή περισσότερο κωμικό. Υπάρχει γενικά διχογνωμία σχετικά με το αν το λιμπρέτο ή η μουσική είναι το σημαντικότερο στοιχείο σε μια όπερα. Η μουσική είναι τις περισσότερες φορές συνεχής και έχει ως απώτερο στόχο τη δραματοποίηση των δρώμενων στη σκηνή.
Κύρια συστατικά της δομής της όπερας είναι: η εισαγωγή της ορχήστρας, οι άριες, τα φωνητικά ντουέτα, τρίο, κουαρτέτα, κουιντέτα, σεξτέτα, σύνολο σολιστών, τα χορωδιακά μέρη, τα ρετσιτατίβα και τα ορχηστρικά κομμάτια. Το είδος της όπερας προκύπτει από την επιλογή και τον συνδυασμό αυτών των στοιχείων.
β. Είδη τραγουδιού
Η παραδοσιακή όπερα αποτελείται από δύο είδη τραγουδιού για την αφήγηση της πλοκής του έργου, το ρετσιταβίτο, το μέρος του διαλόγου που κατά κύριο λόγο προάγει τη δράση και την άρια, όπου μέσω ενός μονολόγου αποκρυσταλλώνεται μια συναισθηματική κατάσταση. Αρκετές φορές έχουμε ντουέτα ή μεγαλύτερα ακόμα φωνητικά σύνολα, χωρίς να λείπουν ?αν και είναι σπανιότερα? χορωδιακά μέρη. Η στερεότυπη δομή μιας πράξης της όπερας υπαγορεύει πως οι βασικοί ήρωες ? χακτήρες πρέπει να έχουν μια άρια σε κάθε πράξη. Επιπλέον, αποφεύγονται δύο διαδοχικές άριες ίδιου χαρακτήρα ή για τον ίδιο τύπο φωνής, ενώ το ρεπερτόριο των πρωταγωνιστών περιλαμβάνει περισσότερες άριες από το ρεπερτόριο δευτερευόντων χαρακτήρων του έργου.
γ. Κατηγορίες της όπερας ? Διάσημοι συνθέτες της όπερας.
Διακρίνονται δύο κατηγορίες όπερας: η σοβαρή και η μπούφα. Η κωμική αποτελεί σύμμεικτη μορφή, ενώ το λυρικό δράμα είναι μια σύγχρονη μορφή όπερας όπου η δράση όπως και η μουσική είναι συνεχής.
Ανάμεσα στους πιο διάσημους συνθέτες όπερας είναι: ο Mozart, o Verdi, o Puccini, o Wagner, o Monteverdi κ.ά. Από τους Έλληνες συνθέτες μελοδράματος διακρίθηκαν οι: Καλομοίρης, Λαυράγκας και Σαμαράς. Από τους Έλληνες συνθέτες πρώτοι οι Επτανήσιοι έγραψαν όπερα, αρχικά σε ιταλικό κείμενο (Σαμαράς «Φλώρα Μιράμπιλις») και αργότερα σε ελληνικό, με θέματα εμπνευσμένα από την αρχαία και τη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Το πρώτο ελληνικό μελόδραμα, το οποίο ακολούθησαν μια σειρά άλλων, είναι το «Ο Υποψήφιος βουλευτής» του Ξύνδα.
δ. Φωνές
Οι φωνές των τραγουδιστών της όπερας διακρίνονται καταρχήν σε ανδρικές και γυναικείες, Ανάλογα με αυτή την κατηγοριοποίηση διακρίνουμε τους εξής τύπους φωνών:
¨Τύποι ανδρικών φωνών
§Μπάσος ? καλύπτει τις χαμηλότερες νότες
§Βαρύτονος ? καλύπτει τις ενδιάμεσες περιοχές
§Τενόρος ? καλύπτει τις υψηλότερες νότες
¨Τύποι γυναικείων φωνών:
§Κοντράλτο ? καλύπτει τις χαμηλότερες νότες
§Μέτζο σοπράνο ? καλύπτει τις ενδιάμεσες περιοχές
§Σοπράνο ? καλύπτει τις υψηλότερες νότες.
Σημ.: Στους παραπάνω τύπους μπορούν να υπάρχουν και φωνές που ανήκουν σε ενδιάμεσες κατηγορίες.
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΟΠΕΡΑΣ
Το παλαιότερο ιστορικό έργο που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως όπερα ? με τη σημερινή έννοια του όρου ? χρονολογείται περίπου στα 957 και είναι η Δάφνη του Ρινουτσίνι μελοποιημένη από τον Jacopo Peri. Το έργο αποτέλεσε ουσιαστικά μια προσπάθεια μίμησης του κλασικού αρχαίου ελληνικού δράματος, στα πλαίσια μιας ευρύτερης προσπάθειας αναβίωσης της αρχαιότητας κατά την περίοδο της Αναγέννησης.
Η Δάφνη δεν έχει διασωθεί, ωστόσο υπάρχουν άλλες γραπτές αναφορές για την παράσταση που πιστοποιούν την ύπαρξή της.
Ένα μεταγενέστερο έργο του Peri, η Ευρυδίκη, αποτελεί το παλαιότερο μουσικό κείμενο (παρτιτούρα) όπερας που διασώζεται έως σήμερα.
Σημαντική προϋπόθεση για την ανάπτυξη του είδους της όπερας ήταν και η ύπαρξη της [μονωδία/μονωδίας], δηλαδή του σόλο τραγουδιού πάνω σε μια μελωδία, συνοδευόμενο από μια απλά ακολουθία συγχορδιών. Το είδος αυτό αναπτύχθηκε από τους Ιταλούς συνθέτες στα τέλη του 16ου αιώνα.
Η γέννηση της όπερας τοποθετείται γεωγραφικά στην Ιταλία, ωστόσο έγινε τόσο δημοφιλές είδος που σύντομα εξαπλώθηκε και στη Γερμανία, τη Γαλλία, την Αγγλία, την Ισπανία, τη Ρωσία, την Πολωνία και την Τσεχοσλοβακία.
Το 1637, στη Βενετία, κτίστηκε και το πρώτο θέατρο αποκλειστικά για παραστάσεις όπερας, ενώ ακολούθησαν μόνο στην πόλη της Βενετίας επιπλέον 16 ανάλογα θέατρα, ενδεικτικό της απήχησης που είχε το είδος. Οι πρώτες όπερες χαρακτηρίζονταν ως drama per musica, δηλαδή το δράμα μέσω μουσικής και το 17ο ή 18ο αιώνα η πλοκή στις περισσότερες όπερες βασιζόταν στη μυθολογία ή σε ιστορικά γεγονότα. Η θεματολογία τους ήταν σοβαρή (opera seria) ή ακόμα και κωμική (opera buffa).